Η οργανωμένη πάλη, ο μόνος δρόμος για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής.

Η προσπάθεια, από την κυβέρνηση στο «όραμα», με το οποίο επιχειρούνται από τη μία η υποταγή του λαού στις νέες θυσίες για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας και από την άλλη η καλλιέργεια της παθητικής «αναμονής» για τις καλύτερες τάχα μέρες, για τις οποίες …μοχθεί, να στρατευτεί ο λαός, στηρίζεται σε υποσχέσεις για το «ξέφωτο» που έρχεται μετά την πανδημία και το οποίο, σύμφωνα πάντα με την κυβέρνηση, «θα μας βρει έτοιμους για δυναμική επιστροφή», αφού «ευτυχώς» από τώρα παίρνονται μέτρα και προετοιμάζεται το έδαφος, όπως με το «σχέδιο Πισσαρίδη» και τις μεταρρυθμίσεις του.

Και, βέβαια, όσους «δεν καταλαβαίνουν» ότι πράγματι έρχεται αυτό το λαμπρό μέλλον και επιμένουν να διεκδικούν τα δικαιώματά τους, τους περιμένουν οι «αύρες» της αστυνομίας, τα γκλομπ των ΜΑΤ, οι συλλήψεις και οι απαγορεύσεις των συγκεντρώσεων, ένας κλιμακούμενος αυταρχισμός.

Η κυβέρνηση λοιπόν αξιοποιεί ένα μείγμα καταστολής και ιδεολογικής επίθεσης για την καλλιέργεια της παθητικής αναμονής, σε συνθήκες όμως που η λαϊκή δυσαρέσκεια όλο και φουντώνει. Οπως καταγράφεται σε σχετικές έρευνες, οι οποίες φαίνεται να προβληματίζουν τα αστικά επιτελεία, κυρίαρχο συναίσθημα του λαού είναι ότι «η χώρα κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση» ή ότι η κρίση δεν είναι μια «έκτακτη κατάσταση» που θα περάσει άμεσα, σε αντίθεση δηλαδή με όσα υποστηρίζει η κυβέρνηση.

Το 2020 άλλωστε δεν είναι ούτε 2009, ούτε 2012, ούτε 2015. Υπάρχει αρκετή συσσωρευμένη πείρα, η οποία δείχνει ακριβώς πόσο χρεοκοπημένη εκ των προτέρων είναι μια τέτοια στάση αναμονής για «καλύτερες μέρες» που θα έρθουν αν «βάλουμε όλοι πλάτη» σε κυβερνητικά «σχέδια», «οράματα» και «προκλήσεις». Αυτή η πείρα πρέπει να αξιοποιηθεί.

Το μόνο εξασφαλισμένο που θα έχουν οι εργαζόμενοι από μια τέτοια στάση, παθητικής «αναμονής», είναι ότι θα επιστρέψουν σε πιο δυσμενή θέση απ’ ό,τι εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν.

Οι ανάγκες των εργαζομένων, και πολύ περισσότερο οι δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα για να ικανοποιηθούν, δεν μπορούν να χωρέσουν στις «μεταρρυθμιστικές προκλήσεις» του κεφαλαίου, σαν αυτές που παρουσιάζονται από τις επιτροπές των «σοφών» απολογητών του. Αντίθετα, αυτές οι ανάγκες, όπως για μόνιμη και σταθερή δουλειά, για ένα σύστημα Υγείας που θα στηρίζεται στην ολόπλευρη προστασία του λαού με ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, για μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, για μόρφωση και δικαιώματα, ασφυκτιούν στο σημερινό σάπιο σύστημα.

Γι’ αυτό, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πάλη για την ανατροπή του, μέσα από την οργάνωση της πλατιάς Κοινωνικής Συμμαχίας, με την οργανωμένη πάλη μέσα από τα σωματεία, τους μαζικούς φορείς σε κάθε τόπο δουλειάς. Από τη συστράτευση με το ΚΚΕ και την ανατρεπτική πολιτική του πρόταση.#