«Ούτε στα Βάστρια, ούτε πουθενά – Στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν θέλουν τα νησιά» Εκλεγμένοι αγωνιστές ενάντια στη μετατροπή των νησιών σε φυλακές της ΕΕ

[Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη», 6-7 Μάρτη 2021]

Εκλεγμένοι αγωνιστές σε φορείς του εργατικού – λαϊκού κινήματος και σε όργανα της Τοπικής Διοίκησης, που τον Φλεβάρη του 2020 συμμετείχαν στον μεγάλο αγώνα των νησιωτών του Βορειοανατολικού Αιγαίου και στις πρόσφατες κινητοποιήσεις των κατοίκων του Έβρου ενάντια στη μετατροπή των νησιών και άλλων περιοχών σε φυλακές της ΕΕ και στρατόπεδα πολύμηνου εγκλωβισμού για τους ξεριζωμένους των ιμπεριαλιστικών πολέμων και επεμβάσεων, μιλάνε στον «Ριζοσπάστη». Μεταφέρουν την εμπειρία από την οργάνωση της λαϊκής κινητοποίησης που συνεχίζεται και σήμερα, αφού οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης για τον εγκλωβισμό προσφύγων και μεταναστών κλιμακώνονται με τα λεγόμενα «κλειστά/ ελεγχόμενα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης». Την προηγούμενη βδομάδα έγιναν κινητοποιήσεις από τις συντονιστικές επιτροπές φορέων και κατοίκων σε Λέσβο και Χίο και οργανώνονται και νέες.

Ο Θοδωρής Ασλανίδης, πρόεδρος του Παλλεσβιακού Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου, μας είπε χαρακτηριστικά: «Η συμβολή του Εργατικού Κέντρου της Λέσβου στην οργάνωση του αγώνα ήταν σημαντική. Από την πρώτη στιγμή που ανακοίνωσε η κυβέρνηση το αντιδραστικό της σχέδιο να προχωρήσει στη δημιουργία και κλειστού hot spot στο νησί, καλέσαμε άμεσα σε σύσκεψη σωματεία και φορείς για να οργανώσουμε την απάντησή μας, προκείμενου να το ματαιώσουμε. Για να μη γίνει η Λέσβος μια μεγάλη φυλακή της ΕΕ, με στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών.

Το Εργατικό Κέντρο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οργάνωση του μεγαλειώδους αγώνα, όπως αποδείχτηκε, τις μέρες που ακολούθησαν. Οταν έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση επέλεξε να επιβάλει τη δημιουργία νέου κέντρου – φυλακής στέλνοντας “στα κρυφά” τις διμοιρίες των ΜΑΤ με τη συνοδεία μηχανημάτων, για να επιτευχθεί ο στόχος της και για να καταστείλει τον λαό του νησιού, το Εργατικό Κέντρο ήταν εκεί, ανέλαβε δράση. Αργά τη νύχτα, όταν έγινε γνωστό ότι η απόβαση θα γινόταν στο λιμάνι της πόλης, καλέσαμε τον λαό να κατέβει στο λιμάνι, να ξεσηκωθεί. Και όταν τα ΜΑΤ με τη χρήση δακρυγόνων και των μηχανημάτων κατέλαβαν το χώρο της Καράβας, δίπλα στον Μανταμάδο, συνεχίσαμε με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα.

Ακολούθησαν τρεις 24ωρες απεργίες που κήρυξε το Παλλεσβιακό Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο με τη συμμετοχή φορέων του νησιού και σύσσωμου του λαού της Λέσβου. Είναι πραγματικά άξιο αναφοράς το σθένος που έδειξε ο λεσβιακός λαός, όπου αδιάκοπα για τρεις μέρες βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, στέλνοντας παράλληλα με τη νίκη που πέτυχε το μήνυμα ότι όταν ο λαός θέλει, μπορεί.

Τη νίκη αυτή των νησιωτών προσπάθησε η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα να την μειώσει. Την ένταση του αυταρχισμού απέναντι στους νησιώτες που υπερασπίστηκαν τις ζωές των ίδιων και των προσφύγων απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ ακολούθησαν διώξεις ανθρώπων που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις. Η επιχείρηση απόκρυψης των βιαιοπραγιών των δυνάμεων καταστολής, οι δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών κατά των νησιωτών συνέχιζαν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Τα αιτήματα που κυριάρχησαν τότε στον παλλαϊκό ξεσηκωμό εκφράζουν τη μόνη λύση που είναι προς όφελος και των νησιωτών και των προσφύγων και μεταναστών.

Άμεση απάντηση από το κίνημα

Η κυβέρνηση όλο αυτό το διάστημα, μετά την αποτυχία της να υποτάξει τους νησιώτες, προσπάθησε με κάθε τρόπο να υλοποιήσει τις κατευθύνσεις της. Επανήλθε αρχές του Μάη, λίγο μόλις διάστημα μετά από τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις, προκλητικά με το νομοσχέδιο για το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό, σε συνέχεια της απαράδεκτης ΠΝΠ που επίτασσε εκτάσεις, να προχωρήσει στη δημιουργία των κλειστών “πολυδύναμων” κέντρων κράτησης στα νησιά. Στην ουσία επανερχόταν αποφασισμένη να υλοποιήσει το σχέδιό της για κέντρα – φυλακές, συνεχίζοντας τον εγκλωβισμό προσφύγων και μεταναστών μέσα σε άθλιες συνθήκες και σε ακατάλληλες δομές. Να σημειώσουμε ότι άξιος σύμμαχος της κυβέρνησης σε αυτά τα σχέδια αποδείχτηκε η δημοτική αρχή της Μυτιλήνης, η οποία στηρίζει τη δημιουργία κέντρου – φυλακής. Αυτό εξάλλου αποδείχτηκε και στο τελευταίο Δημοτικό Συμβούλιο, προ λίγων ημερών, που εκτυλίχτηκε σε παρωδία, αφού πάση θυσία ήθελαν να περάσουν απόφαση, η οποία πάρθηκε, για τη δημιουργία νέας δομής. Απόφαση η οποία αποδεικνύει ότι η δημοτική αρχή Μυτιλήνης, θέλοντας να αποδείξει στην κυβέρνηση ότι είναι στο πλευρό της, δεν σεβάστηκε τον αγώνα των νησιωτών.

Στις νέες εξελίξεις που έχουν δημιουργηθεί μετά και την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου για τη δημιουργία νέου Κέντρου στην περιοχή στα Βάστρια, η απάντηση του κινήματος ήταν και είναι άμεση. Ολο το διάστημα πρωτοστατήσαμε σαν Εργατικό Κέντρο, επιμείναμε και αναδείξαμε το δίκιο των θέσεων και αιτημάτων μας για άμεσο απεγκλωβισμό προσφύγων και μεταναστών και για να μην δημιουργηθεί κανένα νέο κέντρο στο νησί, αλλά και για να κλείσουν όλα τα κέντρα παντού. Η πρώτη απάντηση δόθηκε στις 28/2 με τη μηχανοκίνητη πορεία που οργάνωσαν το Εργατικό Κέντρο, η Επιτροπή Αγώνα Μανταμάδου και η Επιτροπή Αγώνα Θερμής.

Ενα χρόνο μετά, το πάθημα της κυβέρνησης στα νησιά δεν ξεχνιέται. Ακριβώς για αυτόν το λόγο προσπαθεί να προλάβει τις εξελίξεις για να μπορέσει να περάσει ανεμπόδιστα τα σχέδιά της. Υπολογίζουν όμως χωρίς τον λαό της Λέσβου. Οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις ένα χρόνο πριν είναι βαθιά χαραγμένες μέσα μας, μας έχουν διδάξει με πολύτιμη πείρα και το μόνο σίγουρο είναι ότι θα επαναληφθούν με ακόμα μεγαλύτερη δυναμική έως ότου το καταλάβουν καλά κυβέρνηση και ΕΕ ότι τα νησιά μας δεν είναι φυλακές ανθρώπινων ψυχών».

Λαϊκές συνελεύσεις στα χωριά.

Ο Στρατής Κόμβος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Μυτιλήνης με τη «Λαϊκή Συσπείρωση», μέλος της Επιτροπής Αγώνα Θερμής, αναφέρθηκε ανάμεσα σε άλλα στις λαϊκές συνελεύσεις στα χωριά Μανταμάδο και Μυστεγνά. Εκεί, όπως μας είπε: «Συμμετείχε πολύς κόσμος πέραν του αναμενόμενου, απ’ όλους τους πολιτικούς χώρους, και ήταν καθοριστική η παρέμβαση των φορέων του λαϊκού κινήματος, απλών ανθρώπων που έδειξαν αμέριστη αλληλεγγύη στους πρόσφυγες, για να μην επικρατήσουν ρατσιστικά και ξενοφοβικά συνθήματα και οργανωμένες φωνές που βάζουν στο στόχαστρο τα θύματα αφήνοντας στο απυρόβλητο τους θύτες.

Δημοτικοί και κοινοτικοί σύμβουλοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης», με τις τοποθετήσεις μας μέσα στις συνελεύσεις δώσαμε απαντήσεις με επιχειρήματα για την ανάδειξη των αιτιών της προσφυγιάς και της μετανάστευσης, τις ευθύνες ΕΕ – ΝΑΤΟ – ΗΠΑ και κυβέρνησης. Οι περισσότεροι κάτοικοι έβλεπαν τον αυταρχισμό της κυβέρνησης και με την παρέμβασή μας προσπαθούσαμε να αναδείξουμε ότι με τα ΜΑΤ, η κυβέρνηση επιχειρεί να περάσει την πολιτική της, του εγκλωβισμού των κατατρεγμένων στις φυλακές της ΕΕ. Η πείρα δείχνει ότι κάτω από συνθήκες επιβολής με τη βία μιας κατάστασης που δεν θέλει η κοινωνία, μπορεί να συσπειρωθεί μαζικά κόσμος.

Μεγάλο ρόλο στη συσπείρωση αυτή έπαιξε και η αποδοχή που έχουν στις εργατικές – λαϊκές μάζες οι φορείς τους (Εργατικό Κέντρο Λέσβου – Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων) και αυτό συνεχίζεται και σήμερα, που η κυβέρνηση συνεχίζει τον σχεδιασμό της».

Ο Θέμης Κλιομηδιώτης, δημοτικός σύμβουλος δήμου Δυτικής Λέσβου με τη «Λαϊκή Συσπείρωση», μέλος της Επιτροπής Αγώνα Μανταμάδου, σημειώνει τη σημασία της άμεσης κινητοποίησης του λαού με πρωτοβουλία των αγωνιστών αιρετών, της συνέλευσης των κατοίκων: «Με τη λαϊκή συνέλευση που έγινε και που ήταν πολύ μαζική, εκφράστηκε η τεράστια αγανάκτηση προς την απόφαση αυτή της κυβέρνησης και μια αγωνιστική διάθεση από όλους τους κατοίκους για να προσφέρουν στον αγώνα, ώστε να μη γίνει στην περιοχή μας η μεγαλύτερη φυλακή της Ευρώπης. Εγινε μια προσπάθεια από ορισμένους να ρίξουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο, όμως πήραν την απάντηση που τους έπρεπε, αφού η μεγάλη μάζα του κόσμου αντιλαμβανόταν ότι το πρόβλημά μας δεν ήταν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, αλλά αυτοί που δημιουργούν το Προσφυγικό και Μεταναστευτικό και που τους εγκλωβίζουν στο νησί μας. Σημαντικό ρόλο στην οργάνωση του αγώνα έπαιξαν οι σύλλογοι του χωριού, όπου με τη δράση τους όλο το διάστημα πριν την εισβολή των ΜΑΤ βοήθησαν ώστε να μπουν περισσότερες δυνάμεις στον αγώνα και να δοθεί η οργανωμένη απάντηση στην προσπάθεια τρομοκράτησης και την επιβολή της φυλακής στην Καράβα.

Ο λαός χάρηκε τη νίκη του αυτή, υπήρχε διάχυτη μια ψυχική ανάταση, χωρίς βέβαια να καθησυχάζει, καθώς ο αγώνας δεν τέλειωσε στην Καράβα, αλλά συνεχίζεται μέχρι και σήμερα». #