Να αντιμετωπιστούν τα κτιριακά προβλήματα και οι ελλείψεις προσωπικού στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Μυτιλήνης.

Τη μετεγκατάσταση, αλλά και τη στελέχωση το ταχύτερο δυνατόν της Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Μυτιλήνης, με όλο το απαραίτητο ιατρικό – νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, με μόνιμη και σταθερή σχέση εργασίας, ζήτησε με Επίκαιρη Ερώτησή της προς τον υπουργό Υγείας η βουλευτίνα του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα.

Επισήμανε, ότι της Επίκαιρης Ερώτησης είχαν προηγηθεί

► η κατάθεση Ερώτησης του Κόμματος από το Δεκέμβρη του 2020, που μέχρι σήμερα δεν έχει απαντηθεί,

► η επιστολή διαμαρτυρίας από την Παλλεσβιακή Επιτροπή Συνταξιούχων ΙΚΑ.

Κι όλα αυτά, ενώ η κυβέρνηση έχει εικόνα της κατάστασης που επικρατεί από τις επισκέψεις κυβερνητικών στελεχών, από τον Οκτώβρη του ‘20.

Από τότε η κατάσταση έχει επιδεινωθεί, καθώς έληξε η θητεία της μίας ψυχιάτρου και έχει απομείνει μόνο μία, η διευθύντρια, η οποία σύντομα θα συνταξιοδοτηθεί. Σημείωσε, πως και στους άλλους κλάδους υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις, όπως σε τραυματιοφορείς, τραπεζοκόμους και εργοθεραπευτές, καθώς και στο υπόλοιπο προσωπικό στο ίδρυμα, το οποίο σηκώνει και το βάρος του επιπλέον πληθυσμού των προσφύγων και μεταναστών.

Όσον αφορά τις κλίνες, η Μαρία Κομνηνάκα επισήμανε ότι ο υπάρχων ελλιπής οργανισμός προβλέπει δέκα, όμως λόγω των αναγκών έχουν αναπτυχθεί δεκατρείς, γεγονός, που φανερώνει την επιτακτική ανάγκη στελέχωσης της κλινικής από μόνιμο και σταθερό προσωπικό, προκειμένου να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες του πληθυσμού.

Επιπλέον, κατήγγειλε πως η κλινική στεγάζεται σε ένα προπολεμικό κτίριο το οποίο είναι γεμάτο φθορές από τον χρόνο και επικίνδυνο, κυρίως μετά το σεισμό του 2017 και δεν διαθέτει τον απαραίτητο χώρο για τον προαυλισμό των ασθενών.

Η κλινική δεν μπορεί να μετεγκατασταθεί, αλλά θα γίνουν ανακατασκευές, επισήμανε στην απάντησή της η υφυπουργός Υγείας Ζωή Ράπτη, αρμόδια για θέματα Ψυχικής Υγείας, αναφέροντας, πως τα κονδύλια θα απορροφηθούν από το επόμενο ΕΣΠΑ, γεγονός που σημαίνει νέα καθυστέρηση, όσον αφορά ακόμα και τις εργασίες επιδιόρθωσης. Όσον αφορά το προσωπικό, επικαλέστηκε το άγονο των προκηρύξεων των θέσεων που δεν καλύπτονται, αφήνοντας στο απυρόβλητο πάντως τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να δουλέψουν οι εργαζόμενοι.

Το γεγονός αυτό, άλλωστε, κατάγγειλε στη δευτερολογία της η Μ. Κομνηνάκα, τονίζοντας, ότι με την ασκούμενη πολιτική υποβάθμισης και εμπορευματοποίησης στον χώρο της Υγείας, δεν εξασφαλίζονται ούτε οι στοιχειώδεις όροι αξιοπρεπούς άσκησης του επάγγελματός τους, ενώ οι υποσχέσεις για αντιμετώπιση των προβλημάτων περισσεύουν τόσο από τη σημερινή, όσο και από την προηγούμενη κυβέρνηση. Όσον αφορά τις ελλείψεις προσωπικού, επισήμανε ότι πρέπει να γίνουν μόνιμες και σταθερές προσλήψεις, ώστε να μην εμφανίζονται τα προβλήματα από τη λήξη των συμβάσεών τους.#