Ορισμένες πλευρές της διαπάλης από την παρέμβασή μας στη Λέσβο
Του Κώστα Ρήγα, Γραμματέα της Τομεακής Επιτροπής Λέσβου του ΚΚΕ
Τα πιο οξυμένα ζητήματα που εμφανίζονται σε ένα ακριτικό νησί όπως η Λέσβος, δεν προκαλούν έκπληξη. Δεν συνιστούν τη στιγμιαία μικρογραφία των προβλημάτων ενός τόπου, αλλά τη συγκεκριμένη έκφραση των επιπτώσεων της κυρίαρχης πολιτικής.
Ενα στιγμιότυπο: Η όξυνση της επιθετικότητας της αστικής τάξης της Τουρκίας, οι διαρκείς παραβιάσεις από αέρα, οι ασκήσεις κατάληψης βραχονησίδων παρουσία Αμερικανών αξιωματούχων, συνολικά η αύξηση των προκλήσεων, δημιουργούν έντονη και δικαιολογημένη ανησυχία, αποτελούν μια ιδιότυπη καθημερινότητα. Οι προσπάθειες, όμως, κύρια της κυβέρνησης, να καλλιεργηθεί εφησυχασμός, έχουν αντιφατική επίδραση στον κόσμο.
Από τη μία τροφοδοτούν σεναριολογία («τα έχουν βρει Μητσοτάκης – Ερντογάν» – «σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει»), η οποία ενισχύει την άποψη ότι «ως λαός είμαστε καταδικασμένοι αν συμβεί κάτι», ή τη μοιρολατρία και τις χαμηλές απαιτήσεις που ακούγονται με το «ας μη ζητάμε πολλά, τουλάχιστον έχουμε ειρήνη».
Από την άλλη, εντείνεται η αγανάκτηση που για ένα τμήμα κόσμου γεννά και την αμφισβήτηση, στη λογική ότι είμαστε θύματα, όχι του πεδίου της μάχης, αλλά της ακρίβειας, της πανδημίας, και πάει πολύ να ρίχνουμε λάδι στη φωτιά, με αποστολή όπλων στην Ουκρανία και με ταυτόχρονη αποδυνάμωση της άμυνας των νησιών.
Και στις δύο βέβαια εκδοχές, ο λαός παρουσιάζεται ως παρατηρητής των εξελίξεων. Γι’ αυτό η ένταση της διαπάλης με τα αστικά κόμματα χρειάζεται να αποκαλύπτει τη στρατηγική τους σύγκλιση, το γεγονός ότι δουλεύουν για την ίδια τάξη, για το ίδιο κράτος, που λειτουργεί εχθρικά προς το λαϊκό συμφέρον.
Το εχθρικό για τον λαό κράτος έχει συνέχεια
Αυτό αποδεικνύουν τα καυτά και μεγάλα ζητήματα στο νησί, για τα οποία τα αστικά κόμματα δεν παρεκκλίνουν χιλιοστό από τη στρατηγική της αστικής τάξης, αλλά πλασάρουν δήθεν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους για να εγκλωβίζουν κόσμο.
Αυτό αποδεικνύει το ζήτημα του Προσφυγικού. Η ΝΔ εμφανίζεται ως ο «σωτήρας» που φύλαξε σύνορα και μείωσε ροές, την ίδια στιγμή που προχωρά στη δημιουργία υπερδομής – φυλακής προσφύγων, που δέχεται καταγγελίες για επαναπροωθήσεις, αλλά φαίνεται ότι τα σύνορα δεν μπορεί να τα φυλάξει από αέρα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ξεχειλίζει στην προπαγάνδα του από …ανθρωπισμό, είχε επί των ημερών του το ρεκόρ εγκλωβισμένων στο κολαστήριο της Μόριας, εφάρμοσε μέχρι κεραίας το Δουβλίνο 2 και την απαράδεκτη κοινή Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας. Σήμερα, ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ προωθούν μεθοδικά τις επιταγές της ΕΕ για νησιά αποθήκες ψυχών, αυτήν εξωραΐζουν και υπερασπίζονται.
Αυτό αποδεικνύει η ακρίβεια που σπάει κόκαλα, από τα καύσιμα και το ρεύμα μέχρι τα βασικά είδη κατανάλωσης και τα μεταφορικά. Το ένα αστικό κόμμα «τα ρίχνει» στο άλλο, αλλά όλα μαζί δούλεψαν για την απολιγνιτοποίηση, τις πράσινες μπίζνες, τους εφοπλιστές, τις αεροπορικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι την προηγούμενη βδομάδα ψήφισαν και τα τρία κόμματα νόμο για την απαλλαγή των εφοπλιστών της ακτοπλοΐας από τις εισφορές στο Δημόσιο, μάλλον γιατί είχαν δύσκολο χειμώνα οι φουκαράδες.
Και τα τρία κόμματα έχουν «πράσινες» προτάσεις στα προγράμματά τους για το περιβάλλον, αλλά διαρκώς το μαυρίζουν για την κερδοφορία των μεγαλοεργολάβων, των μεγάλων συμφερόντων. Οι δικοί τους νόμοι διασφαλίζουν ότι οι αιγιαλοί θα γίνουν φιλέτα για λίγους, όπως η παραλία στο Αφεντέλι στην Ερεσό. `Η ότι θα φτιαχτούν φράγματα αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, αλλά βέβαιης επίπτωσης στο περιβάλλον και στην αύξηση της τιμής του νερού, όπως το φράγμα Τσικνιά σε Αγία Παρασκευή και Καλλονή.
Και τα τρία κόμματα καλλιεργούν προσδοκίες για τον τουρισμό. Οι μεν μιλούν για τουρίστες από τη Λατινική Αμερική (!), άλλοι από την Τουρκία (με ισοτιμία ευρώ – τούρκικης λίρας 1/16), άλλοι θέτουν το ερώτημα γιατί δεν είμαστε Σαντορίνη. Για τους απανταχού Λέσβιους, που το καλοκαίρι έρχονταν να δουν τους συγγενείς τους και που οι διακοπές και το κόστος μεταφοράς έχουν γίνει πολυτέλεια, ούτε λέξη. Ούτε βέβαια και για το πώς ζουν και δουλεύουν οι εργαζόμενοι στον Τουρισμό, με το καθεστώς των ανύπαρκτων συμβάσεων, της εντατικοποίησης και των χαμηλών μισθών που οι ίδιοι καθιέρωσαν.
Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ μπορούν να δουλεύουν από πιο πολλά κανάλια
Το Κόμμα μας μπορεί και πρέπει να ανοίγει ρήγματα στην αντιλαϊκή πολιτική και στις προσπάθειες των αστικών κομμάτων να εμφανίζουν ως μονόδρομο το σημερινό σύστημα της εκμετάλλευσης. Υπάρχουν οι δυνατότητες:
Οι αγωνιστικές παραδόσεις στη Λέσβο παραμένουν και μάλιστα εκφράζονται και σε πιο κρίσιμες στιγμές, όπως στον λαϊκό ξεσηκωμό του Φλεβάρη του ’20, απέναντι στην εισβολή των ΜΑΤ, με εντολή της κυβέρνησης της ΝΔ. Αποτελούν μια καλή βάση, για να προωθείται η δράση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, όμως δεν είναι το άπαν. Οι κομμουνιστές χρειάζεται να δουλεύουμε πιο απαιτητικά με τις νέες γενιές, να διεισδύουμε στην εργατιά και την αγροτιά, όχι μόνο με τις θέσεις και τις προτάσεις μας, αλλά και με την κοσμοθεωρία μας. Και αυτό δεν είναι ζήτημα θεωρητικό, αλλά απαιτεί πρωτοβουλία και σχέδιο που θα το υπηρετεί.
Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθειά μας στο κίνημα υλοποιώντας καθήκοντα που σε άλλες περιόδους ανάτασης του κινήματος πιθανά θεωρούνταν δεδομένα, όπως η οργάνωση Γενικών Συνελεύσεων των σωματείων. Η πείρα λέει ότι η επεξεργασία του πλαισίου πάλης είναι κρίσιμη για τους κλάδους που έχουν μεγαλύτερη συγκέντρωση εργαζομένων, όπως οι Κατασκευές, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, ο Επισιτισμός – Τουρισμός.
Ομως η συγκέντρωση εργαζομένων σε έναν κλάδο δεν σημαίνει και συγκέντρωση σε έναν μεγάλο χώρο δουλειάς. Στην πόλη της Μυτιλήνης συνυπάρχουν εργαζόμενοι των πολυάριθμων μικρομάγαζων και μεγάλων χώρων, όπως αεροδρόμιο, νοσοκομείο, μεταφορικές, εργοτάξια. Αυτό χρειάζεται να το λαμβάνουμε υπόψιν, γιατί ενοποιητικό στοιχείο μεταξύ τους είναι περισσότερο οι συνολικοί όροι ζωής, χωρίς να σημαίνει ότι δεν χρειάζεται ειδικό σχέδιο στους μεγάλους χώρους.
Υπάρχουν χώροι όπου επιδρούν πιο σύνθετα επιχειρήματα από τον αντίπαλο, όπως στις δομές σε Μεταναστευτικό – Προσφυγικό. Συχνά επιδιώκεται να στοχοποιούνται οι εργαζόμενοι και να ταυτίζονται με τις διοικήσεις τους, για να γίνουν ο εύκολος στόχος της δικαιολογημένης αγανάκτησης, ειδικά σε περιόδους έξαρσης των ροών. ‘Η σήμερα, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στις δομές επηρεάζονται από διλήμματα του τύπου «ή θα υπάρχουν πρόσφυγες ή δεν θα έχουμε δουλειά».
Τέτοια ζητήματα δεν απαντιούνται συνδικαλιστικά, καθώς το «καμία απόλυση» από μόνο του ταυτίζεται με τον εγκλωβισμό προσφύγων και αξιοποιείται για διαίρεση των εργαζομένων. Σωστά βεβαίως συγκροτήθηκε Επιτροπή Αγώνα αυτών των εργαζομένων στο πλευρό του Σωματείου Ιδιωτικών Υπαλλήλων και σωστά μπήκε το αίτημα για άμεση πρόσληψή τους από το κράτος, καθώς μάλιστα έχουν αποκτήσει σημαντική πρακτική πείρα μέσα σε αντίξοες συνθήκες.
Ανεβαίνει η ευθύνη των Κομματικών Οργανώσεων
Δεν είναι δεδομένο ότι σε κάθε φάση τα ίδια αιτήματα και οι μορφές που αξιοποιήθηκαν στο παρελθόν θα έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα σε ένα μεταβαλλόμενο κοινωνικό έδαφος, με νέες εξελίξεις.
Γιατί για παράδειγμα οι πιο μαζικές κινητοποιήσεις αγροτών αφορούσαν το ζήτημα του Προσφυγικού, ενώ την ίδια χρονιά δεν είχαμε μαζικές αγροτικές κινητοποιήσεις για το εισόδημα, παρά την αγανάκτηση και παρά το πλαίσιο πάλης της Ομοσπονδίας, το οποίο είναι ευρέως αποδεκτό.
Φυσικά επιδρούν ανασταλτικά συνήθειες, που έχουν να κάνουν και με την απόσταση (ακόμα και χιλιομετρικά) από το οργανωμένο εργατικό κίνημα, σε όποια φάση κι αν αυτό βρίσκεται. Αλλά και με τους όρους ζωής στην ύπαιθρο, που η μέρα μοιράζεται ανάμεσα στο χωράφι και το καφενείο. Αυτό πολλαπλασιάζει την ευθύνη δράσης μας, για τη διαμόρφωση αυτοτελούς προγράμματος δράσης των αγροτικών συλλόγων, των πολιτιστικών, των συλλόγων γυναικών, για να σπάει η ρουτίνα, για να φτιάχνονται κοιτίδες που φέρνουν το νέο στο χωριό, που «δημιουργούν γεγονότα».
Ομως υπάρχουν και άλλοι δρόμοι για να δυναμώσει η διείσδυση, η ενεργοποίηση εφεδρειών. Αυτό φάνηκε στην ημερίδα – εκδήλωση για τον Ελύτη, όπου το πιο απαιτητικό περιεχόμενο και η αντίληψη του Κόμματος για τη στρατευμένη τέχνη συγκίνησαν, ενεργοποίησαν και ενέταξαν σε ένα σχέδιο ανθρώπους που η προσφορά τους ήταν και μεγάλη και αξιόλογη λόγω της κατάρτισής τους.
Εδωσε και στους ίδιους ένα σπρώξιμο πίστης ότι μπορεί το μεράκι τους να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και να κεντρίσει ένα κοινό που οι όροι ζωής του είτε το κρατούν μακριά από τον πολιτισμό, είτε έχει συνηθίσει στην ανιαρή επιφανειακή ψυχαγωγία. Για παράδειγμα, το ερώτημα «είμαστε ή δεν είμαστε με τον Ελύτη;» έπαψε να τίθεται μετά την εκδήλωση.
Πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική προετοιμασία μπροστά σε «μεγάλα γεγονότα»
Εν κατακλείδι: Μέσα στο διεθνές πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί, ειδικά στη νέα φάση μετά το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με την κατάσταση στα Ελληνοτουρκικά, ξυπνούν μνήμες από μερίδα του ντόπιου πληθυσμού. Σήμερα, εκατό χρόνια μετά τη Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, δεν υπάρχει ως συμπυκνωμένο σύνθημα της αστικής τάξης η «Μεγάλη Ιδέα», που οδήγησε σε μεγάλα δεινά τον λαό μας. Υπάρχει όμως η προσπάθεια στράτευσης του λαού πίσω από τις επιδιώξεις της.
Για να γίνει η χώρα ενεργειακός και μεταφορικός κόμβος, για να διαδραματίσει αναβαθμισμένο ρόλο στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και στα Βαλκάνια, για να υλοποιηθεί η «πράσινη μετάβαση», για να προχωρήσουν τα σχέδια συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου από τα μονοπώλια. Η παρέμβαση των κομμουνιστών και μέσα από την Ιστορία, ως ζωντανή και ταξική επιστήμη, μπορεί να μετατρέψει τα συμπεράσματα σε οργανωμένη δράση.
Η κρισιμότητα αυτής της δράσης δεν μετριέται μόνο σήμερα, αλλά και σε ακόμη πιο «μεγάλα» γεγονότα, που ο λαός θα πρέπει αντικειμενικά να διαλέξει: Είτε την αυτοτελή οργάνωσή του για να γίνει αφέντης του πλούτου και του τόπου του, είτε τη στοίχιση πίσω από τα συμφέροντα της αστικής τάξης που τον κάνει διαρκώς αναλώσιμο.
[Δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» Σάββατο 2 Ιούλη 2022 – Κυριακή 3 Ιούλη 2022]
#